Leukadia petrin

Leukadia petrin

Τετάρτη 1 Μαρτίου 2017

Τό ἀντισεισμικό οἰκοδομικό σύστημα τῆς Λευκάδας Συνοπτική παρουσίαση Χ. Παπαδάτου-Γιαννοπούλου Ἀρχιτέκτων



Το μέλος του Συλλόγου Λευκαδίων Πάτρας Η ΦΑΝΕΡΩΜΕΝΗ κ Γιαννοπούλου Παπαδάτου Χαρά ( Αρχιτέκτων και Συγγραφέας ) εισηγήθηκε η Λευκάδα να συμπεριληφθεί στα κορυφαία μνημεία Παγκόσμιας Κληρονομιάς της UNESCO




Ἐπάνω  ἡ πόλις στό Φρούριο καί κάτω ἡ σημερινή πόλις.
Ἡ παλαιά πόλη τῆς  Λευκάδας, λόγω τῆς αντισεισμικῆς κατασκευής τῶν κτιρίων της, συνιστᾶ, ἕνα ἐξέχον καί μοναδικό δεῖγμα προβιο­μη­­χανικῆς τεχνολογίας μέ ρίζες στήν ἀπώτατη δομική παράδοση τῆς  Ἑλλάδας. Ἡ γενεσιουργός αἰτία τῆς κατασκευῆς εἶναι:
α) οἱ σεισμοί μιά καί ἡ Λευκάδα βρίσκεται στήν πλέον σεισμογενῆ περιοχή τῆς Μεσογείου[1] καί
β) τό στοιχεῖο τοῦ νεροῦ καί ἡ αἴσθηση τοῦ πλω­τοῦ, πού ἰδίως εἶχαν οἱ κάτοικοι στίς ἔνθεν καί ἔνθεν τοῦ Φρουρίου συνοικίες ὅπου ἀναγ­κα­στι­κά μεταφέρθηκε ἡ πρωτεύουσα τοῦ νησιοῦ ἀπό τούς Φράγκους τό 1300μ.Χ. καταργώντας τήν γιά 2000 χρόνια πρωτεύουσα τοῦ νησιοῦ Νήρικο, στόν Κοῦλμο. Στήν περιοχή τοῦ Φρουρίου καί γύρω ἀπό αὐτό ἀναπτύσσεται ἡ διττή αὐτή κατασκευή. Καί ἀπό ἐκεῖ ἔχουμε τήν πρώ­τη γραπτή μαρτυρία γιά τήν κατασκευή αὐτή καί τήν ἀνθεκτικό­τητα τῶν ξυλίνων ἔναντι τῶν λιθίνων κτιρίων.[2]

Ἡ ἰδιαιτερότητα τοῦ διττοῦ συστήματος κατασκευῆς.





Πρόκειται γιά μιά μικτή κατασκευή ἀπό πέτρα καί ξύ­λο. Ἡ πέτρα χρησιμοποι­εῖται γιά τό ἰσόγειο καί τό ξύλο γιά τούς ὀρόφους. Τό ἰδιαίτερο τῆς κατά-
 ­­­­σκευ­ῆς αὐτῆς εἶναι ὅτι τά δύο αὐτά ὑλικά χρη­σι­­μο­ποι­οῦ­νται αὐτοτε­λῶς. Ἔχουμε δηλαδή μιά αὐ­τοτε­λῆ λίθινη κατασκευή στό ἰσόγειο μέ δική της θεμε­λί­ω­ση καί μιά αὐτοτελῆ ξύλινη  κατάσκευ­ή στόν ὄροφο ἤ τούς ὀρόφους, ἡ ὁποία στηρίζεται πάνω σέ ἕνα κάνα­βο ξύλινων ὑποστυλωμά­των μέ δική τους ἕδραση. Ἔχουμε δηλαδή δύο διαφορε­τι­κές κατά­σκευ­ές, οἱ ὁποίες δροῦν παράλληλα στό ἴδιο σπίτι καί οἱ ὁποίες δέν ἀλληλεπιδροῦν ἡ μία στήν άλλη, κατά τήν διάρκεια τοῦ σεισμοῦ.  Ἕνα σύστημα πού συνεχίζει τήν μακραίωνη ἑλλη­νικής παραδόση, ἡ ὁποία ἔρχεται ἀπό τήν νέο­λι­θική ἐποχή, μέ πληθώ­ρα παραδειγμάτων ἀνά τούς αἰῶνες, κυρίως δέ στήν κλασική ἐποχή, ὅπου τό σύστημα ταῶν ξύλινων ὑποστυλωμάτων, στά πλαί­σια ενός  λιθίνου ἰσογεί­ου,  εἶναι συχνό, χρη­σι­μοποιεῖται δἐ  γιά τήν γεφύ­ρωση  τς στέγης χώρων μέ μεγάλη ἐπιφάνεια.


                 Κάτοψη καί τομή κτιρίου τῆς Χώρας
----------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------

[1]  Kassaras, I., Kapetanidis, V., Karakonstantis, A., 2016. On the spatial distribution of seismicity and the 3D tectonic stress field in western Greece, Physics and Chemistry of the Earth, http://dx.doi.org/10.1016/j.pce.2016.03.01
[1]  Σημείωση ἱερ. Νικολ. Ζαμπελίου, 2 Ὀκτωβρίου 1613: «..... καί πάλιν ἔπεσαν πολλά σπίτια  εἰς ὅλην τήν Λευκάδα καί τόποι πολλοί ἔπεσαν καί ἐκρημνίσθησαν καί καμάρες εἰς τήν Ἁγίαν Μαύραν, καί τά σπίτια τῆς ἁγίας Μαύρας ὅσα ἦτον μέ ξυλοδεσιάν ἔπεσαν τά κεραμίδια καί ἐσυντρίφθησαν, καί ὅσα ἦτον πέτρινα ἔρράγησαν ἀπό πά­νω ἔως κάτω……». Σημειωτέον ὅτι ἡ πρωτεύουσα τοῦ νησιοῦ παρέμεινε ἐκεῖ μέχρι καί τό 1684 πού τό νησί κατελή­φθη ἀπό τούς Ἑνετούς, οἱ ὁποῖοι μετέφεραν τήν πρωτεύουσα στήν σημερινή της θέση, ἡ ὁποία βέβαια εἶχε τά ἴδια περιβαλλοντικά προβλήματα μέ τήν πρωτεύουσα στό Φρούριο.


                                         &&&&&&&&&&&&&&&


Κατά τήν Μέση Χαλκοκρατία (2000 π.Χ. – 1600 π.Χ.) μαρτυρεῖται ὅτι: «ὁρισμένες φορές ἡ στέγη ὑποβαστά­ζεται ἀπό ἕνα ἤ περισσοτέρους ξύλινους πασσάλους πού πατοῦν πάνω σέ λίθινη ἤ πήλινη βάση».[3] Ἐπίσης: «Κατά τήν Ὕστερη Μινωϊκή περίοδο κάθετοι δοκοί εἰσήχθησαν σάν ὑποστηρίγματα γιά τούς ἐπάνω ὀρό­φους οἱ ὁποῖοι ταυτόχρονα ἀνακούφιζαν τούς τοίχους τῶν ἰσογείων χώρων ἀπό τό βάρος. Τέτοια κάθετα στη­ρίγματα βοήθησαν στήν κατασκευή ἐλαφροτέρων καί ταυτόχρονα ὑψηλοτέρων ὑπερκατασκευῶν» ἀνα­φέρει ὁ J.W. Shaw στό βιβλίο του Μινωϊκή Ἀρχιτεκτονική καί ἀκόμα ὁ ἴδιος παρατηρεῖ ὅτι «ἐφ᾿ ὅσον δέν ἔχουμε βρεῖ μεγάλους λίθινους κίονες στά Μινωϊκά κτήρια παρά μόνον τίς λίθινες βάσεις τους, τότε προ­φανῶς συμπεραίνουμε ὅτι οἱ κίονες ἦταν ξύλινοι».
«Τήν χρῆσιν ξυλοδεσιῶν εἰς τά πλίνθινα τείχη τῶν πόλεων συνιστᾶ καί ὁ ΒΙΤΡΟΥΒΙΟΣ (De arth. I.S. 3), ὅστις μάλιστα ὁρίζει καί τό εἶδος τοῦ ξύλου (ἀγριελαίας) τοῦ ὁποίου πρέπει νά γίνῃ χρῆσις».[4]  Τέλος, ὁ Ἀ. Ὀρλάνδος συνοψίζοντας ἀναφέρει: «Τό δέσιμον τῶν παχέων πλινθοτοίχων δέν ἐπετυγχάνετο μόνον διά τῆς ἐντέχνου πλοκῆς τῶν πλίνθων ἀλλά καί διά ξυλοδεσιῶν ἤ ξυλοδεμάτων, τῶν ὁποίων χρῆσις εὐρεῖα ἐγί­νετο ἤδη κατά τούς προϊστορικούς χρόνους ἐν Ἑλλάδι, ἀκόμη καί διά λιθίνους τοίχους, ἐξηκολούθησε δέ κατά τε τούς χρόνους τῆς Τουρκοκρατίας καί μάλιστα εἰς λιθοκτίστους τοίχους καί μέχρι τῆς σήμερον ἀκό­μη εἰς τά χωριά μας».[5]


Λίθινο ἰσόγειο –Θεμελίωση
Στό λίθινο ἰσόγειο σημαντικό στοιχεῖο ἦταν οἱ διαστάσεις τοῦ σπιτιοῦ . Ἐχάραζαν ἕνα ὀρθογώνιο 7.50μ.*8.00μ. Ἄν τό σπίτι ἦταν μεγαλύ­τερο, τό ὀρθογώνιο ἐπα­να­λαμβανόταν. Ἔτσι ἡ κάτοψη τοῦ κτιρίου, ἀπό πλευρᾶς λιθοδομῆς ἀπε­τε­λεῖτο ἀπό κλειστό ὀρθογώνιο ἤ κλειστά ὀρθογώνια μέ τίς παραπάνω δια­στάσεις. Τό παραπάνω περιγραφόμενο σύ­στη­μα συναντᾶμε τόσο στά χωριά πού τά κτή­­ρια εἶναι καθ’ ὁλο­κληρίαν ἀπό λιθοδομή, ὅσον καί στήν Χώρα, ὅπου ἔχου­­με τήν σύ­ζευξη λίθου καί ξύλου, μέ κάποιες παραλλαγές. Σέ πολλές περιπτώσεις στήν Χώρα οἱ διαστάσεις τοῦ λιθίνου ὀρθογωνίου, τό ὁποῖ­ο διπλα­σιάζεται σέ περίπτωση μεγάλων κτιρίων, ἐμφανίζονται μεγα­λύ­τερες, μέ παράλ­ληλη ὅμως ἐνί­σχυση τοῦ πλάτους τῶν τοίχων (0.70 ­ἕως καί 0.80μ).
Τό πρόβλημα τῆς θεμελιώσεως στήν περίπτωση τῆς Λευκάδας εἶναι ἰδιαίτερα ὀξύ μιά καί ἡ πόλις ἀνα­πτύχθηκε, ὅπως ἤδη ἀναφέραμε, πάνω σχεδόν στό νερό. Τόσο γύρω ἀπό τό Φρούριο ὅσο καί στήν σημε­ρι­­νή θέση.Εἶναι χαρακτιριστικό ὅτι στό κτηματολόγιο τοῦ 1726 ἀναφέρεται συχνά σέ ἰδιοκτησίες μέ κα­τοικίες πού βρίσκονται στό τέναγος
Ἔτσι λοιπόν οἱ καθιζήσεις τῶν κτιρίων ἰδιαιτέρως στό ἄκρως χαλαρό καί ἑ­λῶ­­­­δες ἔδαφος πού ἀναπτύ­χθη­κε ἡ Χώρα, ἦταν δεδομένες. Ἔπρεπε λοιπόν νά βρε­θεῖ κάποιος τρόπος γιά νά ἀποφεύγεται ἡ ὁλική ἤ τμημα­τική καθίζηση τῶν κτιρίων, πρᾶγμα πού θά εἶχε σάν ἀποτέλεσμα τή διαρραγή τους. Ἡ λύ­ση πού δόθηκε ἔχει κυρίως νά κάνει μέ τήν ἐξυγείανση τοῦ ἐδάφους καί τήν ὑποθεμελίωση. Ἔτσι ἡ θεμελίωση ὁλοκληρωνό­ταν σέ τρεῖς φάσεις:

------------------------------------------------------------------------------
[1]  R. Treuil, P. Darcque, J.Cl. Poursat, G. Touchais: «ΟΙ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΙ ΤΟΥ ΑΙΓΑΙΟΥ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΝΕΟΛΙΘΙΚΗ ΚΑΙ ΤΗΝ ΕΠΟΧΗ ΤΟΥ ΧΑΛΚΟΥ», σ. 287, ΑΘΗΝΑ 1966.
[1]  Ἀν. Ὀρλάνδος: «ΤΑ ΥΛΙΚΑ ΔΟΜΗΣ ΤΩΝ ΑΡΧΑΙΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ», Σ. 81.

[1]  Ἀν. Ὀρλάνδος: «ΤΑ ΥΛΙΚΑ ΔΟΜΗΣ ΤΩΝ ΑΡΧΑΙΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ», σ. 80.

                                                     &&&&&&&&&&&&&&&


Πρῶτον  τοποθετοῦσαν πέ­τρες (γουλιά) στρογγυλές, ἰδίου περίπου μεγέθους, καί μέ διάμετρο 10–20 ἑκ. Δημιουργεῖται ἔτσι μέ ἁπλά μέσα, μιά ἐλαστικότητα τῆς ὅλης θεμελιώ­σεως, σέ περίπτωση ἐπενεργείας παλλινδρομικῶν ὁριζοντίων δυνάμεων, ὅπως ὁ σει­­σμός. 
Δεύτερον, ἐπάνω στήν στρώση αὐτή ἀπό πέτρες, ἐτοποθετεῖτο ἡ ξύλινη ἐσχά­ρα, συνήθως ἀπό κορμούς ἀγριοξύλων, διαμέτρου ἀπό 10 ἕως 20 ἑκ. σέ δύο ἤ τρεῖς στρώσεις.Ἕνα δεύτερο ἐπίπεδο ἐλαστικότητας καί ἀποδε­σμεύ­σεως τοῦ κτιρίου ἀπό τό περιβάλλον. Ἡ ξύλινη ἐσχάρα τῆς ὑπο­θε­μελιώσεως, στίς γωνίες τοῦ κτιρίου, διεμορφώνε­το σέ μορφή κύκλου μέ διά­μετρο διπλάσια τοῦ πάχους τοῦ τοίχου. Μιά ἰδιαί­τε­ρη ἐνδυ­νά­μωση τῶν γωνι­αίων ἄκρων τῶν τοίχων. Τό ξύλο πού ἐχρησιμο­ποι­εῖτο συνήθως ἦταν ξύλο ἀγρα­πι­διᾶς .
Τέλος ἐπάνω στό πλέγμα αὐτό τῶν ξύλων ἐτοποθετοῦσαν τήν κυρίως λιθίνη θε­με­λίωση: μεῖγμα ἀπό ψιλή ἄμμο, ἀπό πελεκητές πέτρες καί ἀπό σκόνη πορσελάνης. Ὅπως φαίνεται  τό μεῖγμα αὐτό χρησιμο­ποιήθηκε εὑρύ­τατα στίς κατασκευές τῆς Λευκάδας. Οἱ τρεῖς αὐτές φάσεις τῆς θεμελιώσεως εἶναι μία τεχνική πού προσπαθεῖ νά κάνει τό κτίριο νά κινεῖται αὐτόνομα ἀπό τό ἔδαφος πού τό περιβάλλει. Καί τοῦ δίνει τήν δυνατότητα νά κυλίεται καί νά ἐπα­νέρχεται πάλι στήν θέση του. Μία ἄρθρωση κατά μῆκος τῶν θεμελίων. Ἐξασφάλιζε ἔτσι καί διατηροῦσε σταθερό τό ἐπίπεδο ἐδράσεως τῆς θεμε­λιώ­σε­ως, πού ἀλλοιῶς θά ἦταν ἀδύνατον. Ἔτσι σέ περίπτωση σεισμοῦ, ὅλη ἡ θε­με­λίωση  καί μαζί τό κτίριο κινεῖται σάν ἑνιαῖο σύνολο, ἐλαχιστοποιώντας τόν κίνδυνο διαρ­ρα­γῆς  καί τμηματικῆς καθιζήσεως. Σχετικά μέ τήν πρώτη στρώση εἶναι ἀξι­­ο­­πρό­σεκτο ὅτι κάτι ὅμοιο ἔφεραν στό φῶς οἱ ἀνασκαφές τοῦ Wilhelm Dörpfeld στό Νυδρί, πού χρονολογοῦνται στό 2700 π.Χ. Γεγονός πού βεβαιώνει ὅτι ἡ τεχνική αὐτή προϋ­πῆρχε στήν Λευκάδα καί πιστοποιεῖ τήν ἀδιά­­σπαστη συνέχεια τῆς δομικῆς παρα­δόσεως ἀπό τήν προ­ϊστορία μέχρι σήμερα.
Τά ξύλα τῆς δεύτερης στρώσης τῆς ὑποθεμελιώσεως πρίν ἀπό τήν χρήση τους ἐτοποθετοῦντο στήν μού­τελη γιά ὀκτώ περίπου ἑβδομάδες, στήν θαλάσ­σια δηλαδή λάσπη πού ὑπῆρχε λόγω τῶν λιμνοθαλασ­σῶν στήν Λευκάδα. Ἡ πα­ρα­μονή τῶν ξύλων στήν μούτελη ἐξασφάλιζε στά ξύλα τήν μέγιστη στε­­γά­νω­ση[6]. Ἐχρησιμοποιεῖτο, ὅπως ἤδη ἀναφέραμε παραπάνω, ξύλο ἀγρα­πιδιᾶς ἀλλά καί ξύλο δρυός, τό ὁποῖο κατά τόν Θεόφραστο ἦταν κατάλ­ληλο καί δι’ ὑπογείους κατασκευάς[7].
Μέθοδος πού προέρχεται ἀπό τήν ναυ­­πηγική τέχνη καί ἀκόμη ὅτι, οἱ ἰδιότητες τῆς θαλάσσιας λάσπης (μού­τε­λης), ὅσον άφορᾶ τήν στεγανωτική της ἐπίδραση στά ξύλα, ἦταν γνω­στή στούς κα­τοίκους τῆς Λευκάδας.   Ἡ τοποθέτηση τῆς ξύλινης ἐσχάρας κάτω ἀπό τήν θεμελίωση συνιστᾶ μιά ἰδιαιτέρως πρω­τότυπη ἀντιμετώπιση ἑνός περιπεπλεγμένου στατικοῦ προ­βλή­­μα­τος. Ἡ μέθοδος εἶναι ἀνάλογη μέ τό σύστημα τῶν πεδιλοδοκῶν πού χρη­σι­μοποι­οῦνται στά χαλαρά ἐδάφη κ.λπ. καί πού σάν μέθοδος θεμε­λιώ­σεως ἐμφα­νίζεται γιά πρώτη φορά στήν σύγχρονη ἀρχιτεκτονική στήν δε­καετία τοῦ 1920 μέ βάση πλέον τό μπετόν.
-----------------------------------------------

[1]   http://www.nautilia.gr/forum/showthread.php?t=53465. Στό νερό μπαίνουν τά ξύλα γιά νά ἀποβάλουν τούς γλυκούς χυμούς καί νά παστω­θοῦνε ἀ­πό τό ἁλάτι ὅπως καί οἱ σαρδέλες καί ὅλα τά παστά. Πρέπει ὅμως ὁ βυθός νά ἔχει βοῦρκο. Τό μεθάνιο πού ἀναδύεται, βοη­θάει σέ μεγάλο βαθμό στήν συντήρηση τοῦ ξύλου.
[1]   Θεόφραστος (370-287 π.Χ.: Περί φυτῶν Ἱστορίας

                                                  &&&&&&&&&&&&&&&



Ξύλινη ἀνωδομήΤό γεγονός ὅτι στήν οὐσία ἔχτιζαν πάνω στήν θάλασσα, ὅτι τό μόνο ὑλικό πού κυρίως μποροῦσαν νά χρησιμο­ποι­ήσουν σέ ἕνα βαλτῶδες ἔδαφος ἦταν τό ξύλο, ὁδή­γησε στήν ἀναπαραγωγή μεθόδων πού ἐχρησιμο­ποιοῦντο στήν ναυ­πη­γι­κή,  ὅσον ἀφο­ρᾶ τήν σύνδεση καί στερέωση τῶν ξύλων μεταξύ τους. Καί στίς δύο περιπτώσεις, τόσο στήν ναυπηγική ὅσο καί στήν οἰκοδόμηση ἔχου­με τό ξύλο σάν βασικό ὑλικό κατα­σκευῆς. Καί στίς δύο περιπτώσεις ὑπάρ­χει ἡ ἀνάγκη ἀντιμετωπίσεως κυμματοειδῶν δυνά­μεων, ὅπως ὁ κυμμα­τισμός τῆς θάλασσας στήν πρώτη περίπτωση καί ὁ σεισμός στήν δεύτερη. Ὁ συνειρμός ἦταν ἀναπόφευκτος. Καί τό πολυμήχανο τῶν τοπικῶν μαστό­ρων λει­τούρ­γησε ὑποδειγματικά. Ἔτσι μέ λίγη προσοχή ἀναγνωρίζουμε, ὄχι μό­νον τήν με­ταφορά τῆς ναυπηγικῆς τεχνικῆς ἀλλά καί αὐτούσια τήν με­τα­φορά τῆς ναυ­πηγικῆς ὁρολογίας στήν κατασκευή τῶν κτιρίων τῆς Χώρας.
Ἐπίσης θά πρέπει νά παρατηρήσουμε ὅτι οἱ περί τό Φρούριο κάτοικοι ἦταν κυ­ρίως ναυτικοί. Ἔτσι οἱ τε­χνικές τῆς ναυπηγικῆς ἦταν μέσα στήν ζωή τους. Ὁ ὄροφος ἤ οἱ ὄροφοι στά κτήρια τῆς Χώρας κατασκευ­άζόταν ἀπό ξύλο. Οἱ ξύλινοι τοῖχοι τοῦ ὀρόφου ἤ τῶν ὀρόφων χωρίζονται στούς φέροντες, μέ δια­τομές ξύλων πού φθάνουν ἀπό 18 ἑκ. ἕως 22 ἑκ. καί εἶναι ἐκτός τῶν ἐξω­τερικῶν καί ἐσωτερικοί πού ἔφεραν κάποιο φορτίο καί στούς διαχωριστικούς ἤ τά τραμέτζα, ὅπως λέ­γονται.
Παρά τό ὅτι θά πίστευε κανείς ὅτι ἡ κατασκευή αὐτή εἶναι κοινή, παρά ταῦτα ἡ ξύλινη κατασκευή στήν Λευκάδα δεν ἔχει καμμία σχέση μέ τίς λοιπές ξύλι­νες κατασκευές στήν Ἑλλάδα ἀλλά καί ἀλλοῦ.

Ἡ ξύλινη ἀνωδομή στερεώνεται ἐπί κανάβου ξυλίνων ὑποστηλωμάτων μέδική τους ἕδραση καί  δέν ἔχει στήν οὐσία καμμία σχέση μέ τό λίθινο ἰσόγειο. Εἶναι βασισμένη σέ αὐστηρό κάναβο, ὁριζόντιο καί κά­θε­το. Τό πλά­τος τῶν ἀνοι­γμάτων θυρῶν καί παραθυριῶν εἶναι ἴσο ἡ ὑποπολλαπλάσιο τοῦ ἀρχικοῦ κατα­σκευαστικοῦ κανάβου .  Σύμφωνα μέ μαρτυρία παλιοῦ μάστορα, κάτω ἀπό τά ξύλα (ματέρια) στό ση­μεῖο πού ἐπικάθηντο ἐπάνω στό λίθινο ἰσόγειο γιά τήν κατασκευή τῆς ἀνω­δομῆς, ἐτοποθετεῖτο ἄμμος, ἔτσι ὥστε νά εἶναι δυνατή ἡ κύλιση τῆς ξυλίνης κατασκευῆς σέ περίπτωση δονήσεων.
Οἱ μικτές κατασκευές στήν ὑπόλοιπη Ἑλλάδα εἶναι πράγματι μικτές μιά καί ὅπου ὑπάρχει ξύλο εἶναι τμῆμα ἤ ἐπέκταση τοῦ λιθίνου οἰκοδομήματος, (π.χ. Πήλιο, Μακεδονία).Ἐνδιαφέρον στοιχεῖο στόν τοπι­κό τρόπο κατασκευῆς εἶναι ἡ ἐνίσχυση τῶν γω­νιῶν μέ τά λεγόμενα στρα­βόξυλα ἤ μπρατσόλια[8]. Αὐτά εἶναι κομμάτια ἀπό ἀγριελιά, πού ἀπό τήν φύση τους εἶναι ἀνεπτυγμένα μέ μεγάλη κάμψη. Ἡ κάμψη τους φθάνει νά εἶναι τόσο μεγάλη ὥστε νά πελεκιέται ἀπό αὐτά ὀρθή γωνία. Οἱ γωνίες αὐτές τόσο σάν μορφή ὅσον καί σάν ποιότητα ξύλου ὑπῆρ­ξαν ὁ κύριος μοχλός τῆς εὐσταθείας τῶν ξύλινων κατασκευ­ῶν στήν Λευ­­­­κά­δα. Κάτι πού ἐπίσης προέρχεται ἀπό τήν ναυπηγική.
Ἡ χρήση τους εἶναι ἐκτεταμένη: Στούς ἐξωτερικούς τοίχους τῆς ξύλινης ἀνω­δομῆς γιά τήν ἐξασφάλιση τῆς ἀκαμψίας τῶν γωνιῶν. Στούς ἐσωτερικούς δια­­­­­χωριστικούς τοίχους στό ἐπάνω καί κάτω μέρος τοῦ τοίχου, στήν κα­τα­σκευή τῆς στέγης, ὅπου ὁ ὀρθοστάτης τῆς στέγης ἐνισχύεται μέ στραβόξυλα στό ση­μεῖο πού ἐπικάθηται πάνω στήν καρίνα τῆς στέγης.
Κάτι πού δέν συνα­ντοῦμε σέ ξύλινες κατασκευές σέ ἄλλα μέρη.

Ἀντιστοιχίες τῆς οἰκοδομικῆς μέ τήν ναυπηγική ὁρολογία στό τοπικό λεξιλόγιο.
Ἀρμενάλι: Ἡ σοφίτα, τό τμῆμα τοῦ ξυλίνου ἀνωγείου πού προεξέχει ἀπό τήν ὀροφή. Ἡ λέξη προέρχε­ται, ἀπό τήν λέξη ἄρμενα, ἱστία. Εἶ­ναι μιά λέξη πού χρησιμοποιεῖται στήν ξύλινη κατασκευή τῆς Λευκά­δας, δανει­σμένη ἀπό τήν ναυπηγική.
Καρίνα: Στήν ναυπηγική εἶναι τό μεγάλο ἐπίμηκες δοκάρι, ἡ βάση γιά τήν κατα­σκευή καί τήν ἀνάπτυξη τῆς κατασκευῆς τοῦ σκάφους. Στήν λευκα­δίτι­κη ὁρολογία, καρίνα ἤ σάβρα ὀνομάζεται ἡ μεσαία δοκός πά­νω στήν ὁποία στη­­ρίζονται οἱ ὀρθοστάτες (μπαμπάδες), ὅπου συγκλίνουν τά ψαλίδια γιά τήν κατ­α­σκευή τῆς στέγης καθώς ἐπίσης καί τά τρία συνήθως κατά μῆκος ματέρια (δοκάρια) πάνω στά ὁποῖα κατασκευ­άζεται τό πάτωμα τοῦ πρώτου ὀρόφου.
Καταρράχτης: Στήν ναυτική ὁρολογία καταρράκτης ὀνομάζεται ἡ εἰδική ἀσφα­­­­λιστική καί στεγανή. Κά­θετα ἀνοιγόμενη θύρα, πού φέρει σέ ἐσωτερικό διάφραγμα πού δια­χωρίζει δύο στεγανά διαμερίσμα­τα. Στήν λευκαδίτικη ὁρολο­γία, εἶναι ἡ μικρή θύρα στό δάπεδο ὀρόφου, πού ἀνοί­γει κάθετα. Καί  ὁδηγεῖ σέ σκάλα πού ἀνεβαίνει κανείς στήν σο­φί­τα ἤ κατεβαίνει στό ὑπόγειο. Ὅπως ἀκριβῶς καί στή ὁμηρική ἐπο­χή σύμ­φωνα μέ τή παρακάτω ἀναφορά: «καί αὐτή ἡ θύρα ἀνοιγομένη καί κλειομένη κα­θέτως ὁμοί­ως
------------------------------------------------------------------------

[1]   Μπρατσόλι, ἡ ἑλληνική λέξη βραχίων ,στά ἰταλικά

                                          &&&&&&&&&&&&&&&


 ὡς νῦν λεγο­μέ­νη, ἡ ἄλλως καταρρακτή, καταπακτή ἤ ἐπιρ­ρακτή. Θύρα καταρ­ράσσουσα κλιμάκων ἄνω», (ἥτις ἐν Ὀδ. Χ,126, ὀρσοθύρα ὀνομάζεται).  Lidder-Scott, τ. IV, σελ. 25. Αὐτό δείχνειἐπίσης τήν συ­νέ­­χεια τῆς  δο­μικῆς παραδόσεως στήν Λευκάδα, ἀπό τήν προϊστορία μέχρι σή­με­ρα.
Λάρτζινο ἤ λάριξ: Ξύλο σκληρό πού χρησιμοποιεῖται στήν ναυπηγική. Ἡ ἴδια ὁρολογία ἀπαντᾶται γιά τό σκληρό ξύλο στήν λευκαδίτικη κατασκευή, (Κώστας Ἀ. Δαμιανίδης: ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΗ ΝΑΥΠΗΓΙΚΗ, Ἐκδ. ΕΤΒΑ 1998, σ. 169).

Μπαμπᾶς (τούρκ.): Κίων στήν ναυπηγική. Στήν περίπτωση τήν δική μας χρη­­σι­μοποιεῖται γιά τήν ὀνο­μα­σία τῶν ὀρθοστατῶν τῆς στέγης, στίς κορυφές τῶν ὁποίων συγκλίνουν τά ψαλίδια.

Πέτσωμα: Σανίδες πάχους 2 ἑκ. πού τοποθετοῦνται ἐπάνω στόν σκελετό τοῦ σκά­φους, ὡς ἐπικάλυψη. Ἀνάλογα, τό πέτσωμα στίς ξύλινες κατασκευές τῆς Λευκάδας τοποθετεῖται πάνω στόν ξύλινο σκελετό, εἴτε σάν ἐπικάλυψη εἴτε σάν βάση γιά τόν σοβά.

Μπότζος ἤ πότζος: Κλειστός ἤ ἀνοικτός ἐξώστης ὀρόφου, ὅπου καταλήγει ἡ ἐξωτερική σκάλα (ΒΕΝ. Pozzo, lappozzio). Ὑποστήριξη, ὅρος πού προέρχεται ἀπό τήν ναυτική ὁρολογία. (Pozzo = στήν ναυπη­γική, ἡ στέγαση πού διασπᾶ τήν συνέχεια τοῦ κατά­στρώματος ὑπερκατασκευῶν). Τήν λέξη συναντᾶμε στό κτηματολόγιο πού ἔκανε ὁ Santo Semitecolo τό 1726 γιά τήν Χώρα: Κατα­γραφή 44 Α: Casa, e botega con pozzo = οἰκία μέ κατάστημα καί μπότζο). 
Στραβόξυλο ἤ Μπρατσόλι:  Καμπύλη δοκός, ἄντυξ στήν ναυπηγική τέχνη. Ξύ­λινον ἤ σιδηροῦν τεῦχος, ἔχον σχῆμα ἀμβλείας γωνίας καί συνδέον δύο ἄλλα τμήματα τοῦ σκάφους. (Δ. Δημητράκου: «ΜΕΓΑ ΛΕΞΙΚΟΝ ΤΗΣ ΕΛΛΗ­ΝΙΚΗΣ ΓΛΩΣΣΗΣ», ΕΚΔΟΣΗ «ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΠΑΙΔΕΙΑ», ΑΘΗΝΑΙ 1964.
Μπρατσόλι (ΙΤ.): ἐκ τοῦ ἑλληνικοῦ Βραχίων.
Φουγάρο (μπουχαρί) : «Ὁ κάθετος κύλινδρος γιά την ἀπαγωγή τοῦ καπνοῦ ἀπό τήν μηχανή τοῦ πλοίου. Ἡ καμινάδα, στά σπίτια τῆς Λευκάδας, παίρνει καί αὐτή τήν ὀνομασία της πάλι ἀπό τήν ναυπηγική ὁρολογία.

Ἡ παραπάνω ἀναφορά εἶναι ἄκρως περιληπτική. Ἀναλυτικά τό θέμα παρουσιάζεται στά:

Χ. Παπαδάτου-Γιαννοπούλου, Λευκάδα Ἐρευνώντας, Ἀχαϊκές Ἐκδόσεις, Πάτρα 1999 καί
Χ. Παπαδάτου-Γιαννοπούλου, Τεχνικές εσταθείας τς  Παραδοσιακς ρχιτεκτονικς  καί Λεξικό διω­ματικν οκοδομικν ρων  τς Λευκάδας, Λευκάδα 2014.






[1]  Kassaras, I., Kapetanidis, V., Karakonstantis, A., 2016. On the spatial distribution of seismicity and the 3D tectonic stress field in western Greece, Physics and Chemistry of the Earth, http://dx.doi.org/10.1016/j.pce.2016.03.01
[2]  Σημείωση ἱερ. Νικολ. Ζαμπελίου, 2 Ὀκτωβρίου 1613: «..... καί πάλιν ἔπεσαν πολλά σπίτια  εἰς ὅλην τήν Λευκάδα καί τόποι πολλοί ἔπεσαν καί ἐκρημνίσθησαν καί καμάρες εἰς τήν Ἁγίαν Μαύραν, καί τά σπίτια τῆς ἁγίας Μαύρας ὅσα ἦτον μέ ξυλοδεσιάν ἔπεσαν τά κεραμίδια καί ἐσυντρίφθησαν, καί ὅσα ἦτον πέτρινα ἔρράγησαν ἀπό πά­νω ἔως κάτω……». Σημειωτέον ὅτι ἡ πρωτεύουσα τοῦ νησιοῦ παρέμεινε ἐκεῖ μέχρι καί τό 1684 πού τό νησί κατελή­φθη ἀπό τούς Ἑνετούς, οἱ ὁποῖοι μετέφεραν τήν πρωτεύουσα στήν σημερινή της θέση, ἡ ὁποία βέβαια εἶχε τά ἴδια περιβαλλοντικά προβλήματα μέ τήν πρωτεύουσα στό Φρούριο.
[3]  R. Treuil, P. Darcque, J.Cl. Poursat, G. Touchais: «ΟΙ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΙ ΤΟΥ ΑΙΓΑΙΟΥ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΝΕΟΛΙΘΙΚΗ ΚΑΙ ΤΗΝ ΕΠΟΧΗ ΤΟΥ ΧΑΛΚΟΥ», σ. 287, ΑΘΗΝΑ 1966.
[4]  Ἀν. Ὀρλάνδος: «ΤΑ ΥΛΙΚΑ ΔΟΜΗΣ ΤΩΝ ΑΡΧΑΙΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ», Σ. 81.
[5]  Ἀν. Ὀρλάνδος: «ΤΑ ΥΛΙΚΑ ΔΟΜΗΣ ΤΩΝ ΑΡΧΑΙΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ», σ. 80.
[6]   http://www.nautilia.gr/forum/showthread.php?t=53465. Στό νερό μπαίνουν τά ξύλα γιά νά ἀποβάλουν τούς γλυκούς χυμούς καί νά παστω­θοῦνε ἀ­πό τό ἁλάτι ὅπως καί οἱ σαρδέλες καί ὅλα τά παστά. Πρέπει ὅμως ὁ βυθός νά ἔχει βοῦρκο. Τό μεθάνιο πού ἀναδύεται, βοη­θάει σέ μεγάλο βαθμό στήν συντήρηση τοῦ ξύλου.
[7]   Θεόφραστος (370-287 π.Χ.: Περί φυτῶν Ἱστορίας.
[8]   Μπρατσόλι, ἡ ἑλληνική λέξη βραχίων ,στά ἰταλικά.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου