Το μέλος του Συλλόγου Λευκαδίων Πάτρας Η ΦΑΝΕΡΩΜΕΝΗ κ Γιαννοπούλου Παπαδάτου Χαρά ( Αρχιτέκτων και Συγγραφέας ) εισηγήθηκε η Λευκάδα να συμπεριληφθεί στα κορυφαία μνημεία Παγκόσμιας Κληρονομιάς της UNESCO
Ἐπάνω ἡ πόλις
στό Φρούριο καί κάτω ἡ σημερινή πόλις.
|
Ἡ παλαιά πόλη τῆς Λευκάδας, λόγω τῆς αντισεισμικῆς κατασκευής τῶν
κτιρίων της, συνιστᾶ, ἕνα ἐξέχον καί μοναδικό δεῖγμα προβιομηχανικῆς
τεχνολογίας μέ ρίζες στήν ἀπώτατη δομική παράδοση τῆς Ἑλλάδας. Ἡ γενεσιουργός αἰτία τῆς κατασκευῆς
εἶναι:
β) τό στοιχεῖο τοῦ
νεροῦ καί ἡ αἴσθηση τοῦ πλωτοῦ, πού ἰδίως εἶχαν οἱ κάτοικοι στίς ἔνθεν καί ἔνθεν
τοῦ Φρουρίου συνοικίες ὅπου ἀναγκαστικά
μεταφέρθηκε ἡ πρωτεύουσα τοῦ νησιοῦ ἀπό τούς Φράγκους τό 1300μ.Χ. καταργώντας
τήν γιά 2000 χρόνια πρωτεύουσα τοῦ νησιοῦ Νήρικο, στόν Κοῦλμο. Στήν περιοχή
τοῦ Φρουρίου καί γύρω ἀπό αὐτό ἀναπτύσσεται ἡ διττή αὐτή κατασκευή. Καί ἀπό ἐκεῖ ἔχουμε τήν πρώτη γραπτή
μαρτυρία γιά τήν κατασκευή αὐτή καί τήν ἀνθεκτικότητα τῶν ξυλίνων ἔναντι τῶν
λιθίνων κτιρίων.[2]
|
Ἡ ἰδιαιτερότητα τοῦ
διττοῦ συστήματος κατασκευῆς.
----------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------
[1] Kassaras, I., Kapetanidis,
V., Karakonstantis, A., 2016. On
the spatial distribution of seismicity and the 3D tectonic stress field in
western Greece, Physics and Chemistry of the Earth, http://dx.doi.org/10.1016/j.pce.2016.03.01
[1] Σημείωση ἱερ. Νικολ. Ζαμπελίου, 2 Ὀκτωβρίου 1613: «..... καί πάλιν ἔπεσαν πολλά σπίτια εἰς ὅλην τήν Λευκάδα καί τόποι πολλοί ἔπεσαν καί ἐκρημνίσθησαν καί ἡ καμάρες εἰς τήν Ἁγίαν Μαύραν, καί τά σπίτια τῆς ἁγίας Μαύρας ὅσα ἦτον μέ ξυλοδεσιάν ἔπεσαν τά κεραμίδια καί ἐσυντρίφθησαν, καί ὅσα ἦτον πέτρινα ἔρράγησαν ἀπό πάνω ἔως κάτω……». Σημειωτέον
ὅτι ἡ πρωτεύουσα τοῦ νησιοῦ παρέμεινε ἐκεῖ μέχρι καί τό 1684 πού τό νησί κατελήφθη
ἀπό τούς Ἑνετούς, οἱ ὁποῖοι μετέφεραν τήν πρωτεύουσα στήν σημερινή της θέση, ἡ ὁποία
βέβαια εἶχε τά ἴδια περιβαλλοντικά προβλήματα μέ τήν πρωτεύουσα στό Φρούριο.
&&&&&&&&&&&&&&&
Κατά τήν Μέση Χαλκοκρατία (2000 π.Χ. – 1600 π.Χ.)
μαρτυρεῖται ὅτι: «ὁρισμένες φορές ἡ στέγη
ὑποβαστάζεται ἀπό ἕνα ἤ περισσοτέρους ξύλινους πασσάλους πού πατοῦν πάνω σέ
λίθινη ἤ πήλινη βάση».[3] Ἐπίσης: «Κατά τήν Ὕστερη Μινωϊκή περίοδο κάθετοι
δοκοί εἰσήχθησαν σάν ὑποστηρίγματα γιά τούς ἐπάνω ὀρόφους οἱ ὁποῖοι ταυτόχρονα
ἀνακούφιζαν τούς τοίχους τῶν ἰσογείων χώρων ἀπό τό βάρος. Τέτοια κάθετα στηρίγματα
βοήθησαν στήν κατασκευή ἐλαφροτέρων καί ταυτόχρονα ὑψηλοτέρων ὑπερκατασκευῶν» ἀναφέρει
ὁ J.W. Shaw
στό βιβλίο του Μινωϊκή Ἀρχιτεκτονική καί ἀκόμα ὁ ἴδιος παρατηρεῖ ὅτι «ἐφ᾿ ὅσον δέν ἔχουμε βρεῖ μεγάλους λίθινους
κίονες στά Μινωϊκά κτήρια παρά μόνον τίς λίθινες βάσεις τους, τότε προφανῶς
συμπεραίνουμε ὅτι οἱ κίονες ἦταν ξύλινοι».
«Τήν χρῆσιν ξυλοδεσιῶν εἰς τά πλίνθινα τείχη τῶν
πόλεων συνιστᾶ καί ὁ ΒΙΤΡΟΥΒΙΟΣ (De arth.
I.S. 3), ὅστις
μάλιστα ὁρίζει καί τό εἶδος τοῦ ξύλου (ἀγριελαίας) τοῦ ὁποίου πρέπει νά γίνῃ χρῆσις».[4] Τέλος, ὁ Ἀ. Ὀρλάνδος συνοψίζοντας ἀναφέρει: «Τό δέσιμον τῶν παχέων πλινθοτοίχων δέν ἐπετυγχάνετο
μόνον διά τῆς ἐντέχνου πλοκῆς τῶν πλίνθων ἀλλά καί διά ξυλοδεσιῶν ἤ
ξυλοδεμάτων, τῶν ὁποίων χρῆσις εὐρεῖα ἐγίνετο ἤδη κατά τούς προϊστορικούς
χρόνους ἐν Ἑλλάδι, ἀκόμη καί διά λιθίνους τοίχους, ἐξηκολούθησε δέ κατά τε τούς
χρόνους τῆς Τουρκοκρατίας καί μάλιστα εἰς λιθοκτίστους τοίχους καί μέχρι τῆς
σήμερον ἀκόμη εἰς τά χωριά μας».[5]
Λίθινο ἰσόγειο
–Θεμελίωση
Στό
λίθινο
ἰσόγειο σημαντικό στοιχεῖο ἦταν οἱ διαστάσεις τοῦ σπιτιοῦ . Ἐχάραζαν ἕνα ὀρθογώνιο
7.50μ.*8.00μ. Ἄν τό σπίτι ἦταν μεγαλύτερο, τό ὀρθογώνιο ἐπαναλαμβανόταν. Ἔτσι
ἡ κάτοψη τοῦ κτιρίου, ἀπό πλευρᾶς λιθοδομῆς ἀπετελεῖτο ἀπό κλειστό ὀρθογώνιο ἤ
κλειστά ὀρθογώνια μέ τίς παραπάνω διαστάσεις. Τό παραπάνω περιγραφόμενο σύστημα
συναντᾶμε τόσο στά χωριά πού τά κτήρια εἶναι καθ’ ὁλοκληρίαν ἀπό λιθοδομή, ὅσον
καί στήν Χώρα, ὅπου ἔχουμε τήν σύζευξη λίθου καί ξύλου, μέ κάποιες
παραλλαγές. Σέ πολλές περιπτώσεις στήν Χώρα οἱ διαστάσεις τοῦ λιθίνου ὀρθογωνίου,
τό ὁποῖο διπλασιάζεται σέ περίπτωση μεγάλων κτιρίων, ἐμφανίζονται μεγαλύτερες,
μέ παράλληλη ὅμως ἐνίσχυση τοῦ πλάτους τῶν τοίχων (0.70 ἕως καί 0.80μ).
Τό πρόβλημα
τῆς θεμελιώσεως στήν περίπτωση τῆς
Λευκάδας εἶναι ἰδιαίτερα ὀξύ μιά καί ἡ πόλις ἀναπτύχθηκε, ὅπως ἤδη ἀναφέραμε,
πάνω σχεδόν στό νερό. Τόσο γύρω ἀπό τό Φρούριο ὅσο καί στήν σημερινή θέση.Εἶναι
χαρακτιριστικό ὅτι στό κτηματολόγιο τοῦ 1726 ἀναφέρεται συχνά σέ ἰδιοκτησίες μέ
κατοικίες πού βρίσκονται στό τέναγος
Ἔτσι λοιπόν οἱ καθιζήσεις τῶν κτιρίων ἰδιαιτέρως
στό ἄκρως χαλαρό καί ἑλῶδες ἔδαφος πού ἀναπτύχθηκε ἡ Χώρα, ἦταν δεδομένες.
Ἔπρεπε λοιπόν νά βρεθεῖ κάποιος τρόπος γιά νά ἀποφεύγεται ἡ ὁλική ἤ τμηματική
καθίζηση τῶν κτιρίων, πρᾶγμα πού θά εἶχε σάν ἀποτέλεσμα τή διαρραγή τους. Ἡ λύση
πού δόθηκε ἔχει κυρίως νά κάνει μέ τήν ἐξυγείανση τοῦ ἐδάφους καί τήν ὑποθεμελίωση.
Ἔτσι ἡ θεμελίωση ὁλοκληρωνόταν σέ τρεῖς φάσεις:
------------------------------------------------------------------------------
------------------------------------------------------------------------------
[1] R. Treuil,
P. Darcque, J.Cl.
Poursat, G. Touchais:
«ΟΙ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΙ ΤΟΥ ΑΙΓΑΙΟΥ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΝΕΟΛΙΘΙΚΗ ΚΑΙ ΤΗΝ ΕΠΟΧΗ ΤΟΥ ΧΑΛΚΟΥ», σ.
287, ΑΘΗΝΑ 1966.
[1] Ἀν. Ὀρλάνδος: «ΤΑ ΥΛΙΚΑ ΔΟΜΗΣ ΤΩΝ ΑΡΧΑΙΩΝ
ΕΛΛΗΝΩΝ», Σ. 81.
[1] Ἀν. Ὀρλάνδος: «ΤΑ ΥΛΙΚΑ ΔΟΜΗΣ ΤΩΝ ΑΡΧΑΙΩΝ
ΕΛΛΗΝΩΝ», σ. 80.
&&&&&&&&&&&&&&&
Πρῶτον τοποθετοῦσαν πέτρες (γουλιά) στρογγυλές, ἰδίου περίπου μεγέθους, καί μέ
διάμετρο 10–20 ἑκ. Δημιουργεῖται ἔτσι μέ ἁπλά μέσα, μιά ἐλαστικότητα τῆς ὅλης
θεμελιώσεως, σέ περίπτωση ἐπενεργείας παλλινδρομικῶν ὁριζοντίων δυνάμεων, ὅπως
ὁ σεισμός.
Δεύτερον, ἐπάνω στήν
στρώση αὐτή ἀπό πέτρες, ἐτοποθετεῖτο ἡ ξύλινη ἐσχάρα, συνήθως ἀπό κορμούς ἀγριοξύλων,
διαμέτρου ἀπό 10 ἕως 20 ἑκ. σέ δύο ἤ τρεῖς στρώσεις.Ἕνα δεύτερο ἐπίπεδο ἐλαστικότητας
καί ἀποδεσμεύσεως τοῦ κτιρίου ἀπό τό περιβάλλον. Ἡ ξύλινη ἐσχάρα τῆς ὑποθεμελιώσεως,
στίς γωνίες τοῦ κτιρίου, διεμορφώνετο σέ μορφή κύκλου μέ διάμετρο διπλάσια τοῦ
πάχους τοῦ τοίχου. Μιά ἰδιαίτερη ἐνδυνάμωση τῶν γωνιαίων ἄκρων τῶν τοίχων.
Τό ξύλο πού ἐχρησιμοποιεῖτο συνήθως ἦταν ξύλο ἀγραπιδιᾶς .
Τέλος ἐπάνω στό πλέγμα αὐτό τῶν ξύλων ἐτοποθετοῦσαν τήν
κυρίως λιθίνη θεμελίωση: μεῖγμα ἀπό ψιλή ἄμμο, ἀπό πελεκητές πέτρες καί ἀπό
σκόνη πορσελάνης. Ὅπως φαίνεται τό μεῖγμα
αὐτό χρησιμοποιήθηκε εὑρύτατα στίς κατασκευές τῆς Λευκάδας. Οἱ τρεῖς αὐτές
φάσεις τῆς θεμελιώσεως εἶναι μία τεχνική πού προσπαθεῖ νά κάνει τό κτίριο νά
κινεῖται αὐτόνομα ἀπό τό ἔδαφος πού τό περιβάλλει. Καί τοῦ δίνει τήν δυνατότητα
νά κυλίεται καί νά ἐπανέρχεται πάλι στήν θέση του. Μία ἄρθρωση κατά μῆκος τῶν
θεμελίων. Ἐξασφάλιζε ἔτσι καί διατηροῦσε σταθερό τό ἐπίπεδο ἐδράσεως τῆς θεμελιώσεως,
πού ἀλλοιῶς θά ἦταν ἀδύνατον. Ἔτσι σέ περίπτωση σεισμοῦ, ὅλη ἡ θεμελίωση καί μαζί τό κτίριο κινεῖται σάν ἑνιαῖο
σύνολο, ἐλαχιστοποιώντας τόν κίνδυνο διαρραγῆς καί τμηματικῆς καθιζήσεως. Σχετικά μέ τήν
πρώτη στρώση εἶναι ἀξιοπρόσεκτο ὅτι κάτι ὅμοιο ἔφεραν στό φῶς οἱ ἀνασκαφές
τοῦ Wilhelm Dörpfeld στό Νυδρί, πού χρονολογοῦνται στό 2700 π.Χ. Γεγονός πού
βεβαιώνει ὅτι ἡ τεχνική αὐτή προϋπῆρχε στήν Λευκάδα καί πιστοποιεῖ τήν ἀδιάσπαστη
συνέχεια τῆς δομικῆς παραδόσεως ἀπό τήν προϊστορία μέχρι σήμερα.
Τά ξύλα τῆς δεύτερης στρώσης τῆς ὑποθεμελιώσεως πρίν ἀπό τήν χρήση τους
ἐτοποθετοῦντο στήν μούτελη γιά ὀκτώ περίπου ἑβδομάδες, στήν θαλάσσια δηλαδή
λάσπη πού ὑπῆρχε λόγω τῶν λιμνοθαλασσῶν στήν Λευκάδα. Ἡ παραμονή τῶν ξύλων
στήν μούτελη ἐξασφάλιζε στά ξύλα τήν μέγιστη στεγάνωση[6].
Ἐχρησιμοποιεῖτο, ὅπως ἤδη ἀναφέραμε παραπάνω, ξύλο ἀγραπιδιᾶς ἀλλά καί ξύλο
δρυός, τό ὁποῖο κατά τόν Θεόφραστο ἦταν κατάλληλο καί δι’ ὑπογείους
κατασκευάς[7].
Μέθοδος πού προέρχεται ἀπό τήν ναυπηγική τέχνη καί ἀκόμη ὅτι, οἱ ἰδιότητες τῆς θαλάσσιας λάσπης (μούτελης), ὅσον άφορᾶ τήν στεγανωτική της ἐπίδραση στά ξύλα, ἦταν γνωστή στούς κατοίκους τῆς Λευκάδας. Ἡ τοποθέτηση τῆς ξύλινης ἐσχάρας κάτω ἀπό τήν θεμελίωση συνιστᾶ μιά ἰδιαιτέρως πρωτότυπη ἀντιμετώπιση ἑνός περιπεπλεγμένου στατικοῦ προβλήματος. Ἡ μέθοδος εἶναι ἀνάλογη μέ τό σύστημα τῶν πεδιλοδοκῶν πού χρησιμοποιοῦνται στά χαλαρά ἐδάφη κ.λπ. καί πού σάν μέθοδος θεμελιώσεως ἐμφανίζεται γιά πρώτη φορά στήν σύγχρονη ἀρχιτεκτονική στήν δεκαετία τοῦ 1920 μέ βάση πλέον τό μπετόν.
Μέθοδος πού προέρχεται ἀπό τήν ναυπηγική τέχνη καί ἀκόμη ὅτι, οἱ ἰδιότητες τῆς θαλάσσιας λάσπης (μούτελης), ὅσον άφορᾶ τήν στεγανωτική της ἐπίδραση στά ξύλα, ἦταν γνωστή στούς κατοίκους τῆς Λευκάδας. Ἡ τοποθέτηση τῆς ξύλινης ἐσχάρας κάτω ἀπό τήν θεμελίωση συνιστᾶ μιά ἰδιαιτέρως πρωτότυπη ἀντιμετώπιση ἑνός περιπεπλεγμένου στατικοῦ προβλήματος. Ἡ μέθοδος εἶναι ἀνάλογη μέ τό σύστημα τῶν πεδιλοδοκῶν πού χρησιμοποιοῦνται στά χαλαρά ἐδάφη κ.λπ. καί πού σάν μέθοδος θεμελιώσεως ἐμφανίζεται γιά πρώτη φορά στήν σύγχρονη ἀρχιτεκτονική στήν δεκαετία τοῦ 1920 μέ βάση πλέον τό μπετόν.
-----------------------------------------------
Ξύλινη ἀνωδομήΤό γεγονός ὅτι στήν οὐσία ἔχτιζαν πάνω στήν θάλασσα,
ὅτι τό μόνο ὑλικό πού κυρίως μποροῦσαν νά χρησιμοποιήσουν σέ ἕνα βαλτῶδες ἔδαφος
ἦταν τό ξύλο, ὁδήγησε στήν ἀναπαραγωγή μεθόδων πού ἐχρησιμοποιοῦντο στήν ναυπηγική,
ὅσον ἀφορᾶ τήν σύνδεση καί στερέωση τῶν
ξύλων μεταξύ τους. Καί στίς δύο περιπτώσεις, τόσο στήν ναυπηγική ὅσο καί στήν οἰκοδόμηση
ἔχουμε τό ξύλο σάν βασικό ὑλικό κατασκευῆς. Καί στίς δύο περιπτώσεις ὑπάρχει
ἡ ἀνάγκη ἀντιμετωπίσεως κυμματοειδῶν δυνάμεων, ὅπως ὁ κυμματισμός τῆς
θάλασσας στήν πρώτη περίπτωση καί ὁ σεισμός στήν δεύτερη. Ὁ συνειρμός ἦταν ἀναπόφευκτος.
Καί τό πολυμήχανο τῶν τοπικῶν μαστόρων λειτούργησε ὑποδειγματικά. Ἔτσι μέ
λίγη προσοχή ἀναγνωρίζουμε, ὄχι μόνον τήν μεταφορά τῆς ναυπηγικῆς τεχνικῆς ἀλλά
καί αὐτούσια τήν μεταφορά τῆς ναυπηγικῆς ὁρολογίας στήν κατασκευή τῶν κτιρίων
τῆς Χώρας.
[1] http://www.nautilia.gr/forum/showthread.php?t=53465. Στό νερό
μπαίνουν τά ξύλα γιά νά ἀποβάλουν τούς γλυκούς χυμούς καί νά παστωθοῦνε ἀπό
τό ἁλάτι ὅπως καί οἱ σαρδέλες καί ὅλα τά παστά. Πρέπει ὅμως ὁ βυθός νά ἔχει βοῦρκο.
Τό μεθάνιο πού ἀναδύεται, βοηθάει σέ μεγάλο βαθμό στήν συντήρηση τοῦ ξύλου.
[1] Θεόφραστος
(370-287 π.Χ.: Περί φυτῶν Ἱστορίας
&&&&&&&&&&&&&&&
Ἐπίσης θά πρέπει νά παρατηρήσουμε ὅτι οἱ περί τό
Φρούριο κάτοικοι ἦταν κυρίως ναυτικοί. Ἔτσι οἱ τεχνικές τῆς ναυπηγικῆς ἦταν
μέσα στήν ζωή τους. Ὁ ὄροφος ἤ οἱ ὄροφοι στά
κτήρια τῆς Χώρας κατασκευάζόταν ἀπό ξύλο. Οἱ ξύλινοι τοῖχοι τοῦ ὀρόφου ἤ τῶν ὀρόφων
χωρίζονται στούς φέροντες, μέ διατομές ξύλων πού φθάνουν ἀπό 18 ἑκ. ἕως 22 ἑκ.
καί εἶναι ἐκτός τῶν ἐξωτερικῶν καί ἐσωτερικοί πού ἔφεραν κάποιο φορτίο καί
στούς διαχωριστικούς ἤ τά τραμέτζα, ὅπως λέγονται.
Παρά τό ὅτι θά πίστευε κανείς ὅτι ἡ κατασκευή αὐτή
εἶναι κοινή, παρά ταῦτα ἡ ξύλινη κατασκευή στήν Λευκάδα δεν ἔχει καμμία σχέση
μέ τίς λοιπές ξύλινες κατασκευές στήν Ἑλλάδα ἀλλά καί ἀλλοῦ.
Ἡ ξύλινη ἀνωδομή στερεώνεται ἐπί κανάβου ξυλίνων ὑποστηλωμάτων
μέδική τους ἕδραση καί δέν ἔχει στήν οὐσία
καμμία σχέση μέ τό λίθινο ἰσόγειο. Εἶναι βασισμένη σέ αὐστηρό κάναβο, ὁριζόντιο
καί κάθετο. Τό πλάτος τῶν ἀνοιγμάτων θυρῶν καί παραθυριῶν εἶναι ἴσο ἡ ὑποπολλαπλάσιο
τοῦ ἀρχικοῦ κατασκευαστικοῦ κανάβου . Σύμφωνα
μέ μαρτυρία παλιοῦ μάστορα, κάτω ἀπό τά ξύλα (ματέρια) στό σημεῖο πού ἐπικάθηντο
ἐπάνω στό λίθινο ἰσόγειο γιά τήν κατασκευή τῆς ἀνωδομῆς, ἐτοποθετεῖτο ἄμμος, ἔτσι
ὥστε νά εἶναι δυνατή ἡ κύλιση τῆς ξυλίνης κατασκευῆς σέ περίπτωση δονήσεων.
Οἱ μικτές κατασκευές στήν ὑπόλοιπη Ἑλλάδα εἶναι
πράγματι μικτές μιά καί ὅπου ὑπάρχει ξύλο εἶναι τμῆμα ἤ ἐπέκταση τοῦ λιθίνου οἰκοδομήματος,
(π.χ. Πήλιο, Μακεδονία).Ἐνδιαφέρον στοιχεῖο στόν τοπικό τρόπο κατασκευῆς εἶναι
ἡ ἐνίσχυση τῶν γωνιῶν μέ τά λεγόμενα στραβόξυλα ἤ μπρατσόλια[8]. Αὐτά
εἶναι κομμάτια ἀπό ἀγριελιά, πού ἀπό τήν φύση τους εἶναι ἀνεπτυγμένα μέ μεγάλη
κάμψη. Ἡ κάμψη τους φθάνει νά εἶναι τόσο μεγάλη ὥστε νά πελεκιέται ἀπό αὐτά ὀρθή
γωνία. Οἱ γωνίες αὐτές τόσο σάν μορφή ὅσον καί σάν ποιότητα ξύλου ὑπῆρξαν ὁ
κύριος μοχλός τῆς εὐσταθείας τῶν ξύλινων κατασκευῶν στήν Λευκάδα. Κάτι
πού ἐπίσης προέρχεται ἀπό τήν ναυπηγική.
Ἡ χρήση τους εἶναι ἐκτεταμένη: Στούς ἐξωτερικούς
τοίχους τῆς ξύλινης ἀνωδομῆς γιά τήν ἐξασφάλιση τῆς ἀκαμψίας τῶν γωνιῶν. Στούς
ἐσωτερικούς διαχωριστικούς τοίχους στό ἐπάνω καί κάτω μέρος τοῦ τοίχου,
στήν κατασκευή τῆς στέγης, ὅπου ὁ ὀρθοστάτης τῆς στέγης ἐνισχύεται μέ
στραβόξυλα στό σημεῖο πού ἐπικάθηται πάνω στήν καρίνα τῆς στέγης.
Κάτι πού δέν συναντοῦμε σέ ξύλινες κατασκευές σέ ἄλλα μέρη.
Ἀντιστοιχίες τῆς οἰκοδομικῆς μέ τήν ναυπηγική ὁρολογία
στό τοπικό λεξιλόγιο.
Ἀρμενάλι: Ἡ
σοφίτα, τό τμῆμα τοῦ ξυλίνου ἀνωγείου πού προεξέχει ἀπό τήν ὀροφή. Ἡ λέξη
προέρχεται, ἀπό τήν λέξη ἄρμενα, ἱστία. Εἶναι μιά λέξη πού χρησιμοποιεῖται
στήν ξύλινη κατασκευή τῆς Λευκάδας, δανεισμένη ἀπό τήν ναυπηγική.
Καρίνα: Στήν ναυπηγική εἶναι τό μεγάλο ἐπίμηκες δοκάρι, ἡ βάση γιά τήν κατασκευή
καί τήν ἀνάπτυξη τῆς κατασκευῆς τοῦ σκάφους. Στήν λευκαδίτικη ὁρολογία,
καρίνα ἤ σάβρα ὀνομάζεται ἡ μεσαία δοκός πάνω στήν ὁποία στηρίζονται οἱ ὀρθοστάτες
(μπαμπάδες), ὅπου συγκλίνουν τά ψαλίδια γιά τήν κατασκευή τῆς στέγης καθώς ἐπίσης
καί τά τρία συνήθως κατά μῆκος ματέρια (δοκάρια) πάνω στά ὁποῖα κατασκευάζεται
τό πάτωμα τοῦ πρώτου ὀρόφου.
Καταρράχτης: Στήν ναυτική ὁρολογία καταρράκτης ὀνομάζεται ἡ εἰδική ἀσφαλιστική
καί στεγανή. Κάθετα ἀνοιγόμενη θύρα, πού φέρει σέ ἐσωτερικό διάφραγμα πού διαχωρίζει
δύο στεγανά διαμερίσματα. Στήν λευκαδίτικη ὁρολογία, εἶναι ἡ μικρή θύρα στό
δάπεδο ὀρόφου, πού ἀνοίγει κάθετα. Καί ὁδηγεῖ
σέ σκάλα πού ἀνεβαίνει κανείς στήν σοφίτα ἤ κατεβαίνει στό ὑπόγειο. Ὅπως ἀκριβῶς
καί στή ὁμηρική ἐποχή σύμφωνα μέ τή παρακάτω ἀναφορά: «καί αὐτή ἡ θύρα ἀνοιγομένη
καί κλειομένη καθέτως ὁμοίως
------------------------------------------------------------------------
[1] Μπρατσόλι, ἡ ἑλληνική λέξη βραχίων ,στά ἰταλικά
&&&&&&&&&&&&&&&
ὡς νῦν λεγομένη, ἡ ἄλλως καταρρακτή, καταπακτή ἤ ἐπιρρακτή. Θύρα καταρράσσουσα κλιμάκων ἄνω», (ἥτις ἐν Ὀδ. Χ,126, ὀρσοθύρα ὀνομάζεται). Lidder-Scott, τ. IV, σελ. 25. Αὐτό δείχνειἐπίσης τήν συνέχεια τῆς δομικῆς παραδόσεως στήν Λευκάδα, ἀπό τήν προϊστορία μέχρι σήμερα.
------------------------------------------------------------------------
[1] Μπρατσόλι, ἡ ἑλληνική λέξη βραχίων ,στά ἰταλικά
&&&&&&&&&&&&&&&
ὡς νῦν λεγομένη, ἡ ἄλλως καταρρακτή, καταπακτή ἤ ἐπιρρακτή. Θύρα καταρράσσουσα κλιμάκων ἄνω», (ἥτις ἐν Ὀδ. Χ,126, ὀρσοθύρα ὀνομάζεται). Lidder-Scott, τ. IV, σελ. 25. Αὐτό δείχνειἐπίσης τήν συνέχεια τῆς δομικῆς παραδόσεως στήν Λευκάδα, ἀπό τήν προϊστορία μέχρι σήμερα.
Λάρτζινο ἤ λάριξ: Ξύλο σκληρό πού χρησιμοποιεῖται στήν ναυπηγική. Ἡ ἴδια ὁρολογία ἀπαντᾶται
γιά τό σκληρό ξύλο στήν λευκαδίτικη κατασκευή, (Κώστας Ἀ.
Δαμιανίδης: ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΗ
ΝΑΥΠΗΓΙΚΗ, Ἐκδ. ΕΤΒΑ 1998, σ. 169).
Μπαμπᾶς (τούρκ.): Κίων στήν ναυπηγική. Στήν περίπτωση
τήν δική μας χρησιμοποιεῖται γιά τήν ὀνομασία τῶν ὀρθοστατῶν τῆς στέγης,
στίς κορυφές τῶν ὁποίων συγκλίνουν τά ψαλίδια.
Πέτσωμα: Σανίδες
πάχους 2 ἑκ. πού τοποθετοῦνται ἐπάνω στόν σκελετό τοῦ σκάφους, ὡς ἐπικάλυψη. Ἀνάλογα,
τό πέτσωμα στίς ξύλινες κατασκευές τῆς Λευκάδας τοποθετεῖται πάνω στόν ξύλινο
σκελετό, εἴτε σάν ἐπικάλυψη εἴτε σάν βάση γιά τόν σοβά.
Μπότζος ἤ
πότζος:
Κλειστός ἤ ἀνοικτός ἐξώστης ὀρόφου, ὅπου καταλήγει ἡ ἐξωτερική σκάλα (ΒΕΝ. Pozzo, l’ appozzio). Ὑποστήριξη, ὅρος πού προέρχεται ἀπό
τήν ναυτική ὁρολογία. (Pozzo = στήν ναυπηγική, ἡ στέγαση πού διασπᾶ τήν συνέχεια τοῦ κατάστρώματος ἤ ὑπερκατασκευῶν). Τήν λέξη συναντᾶμε στό κτηματολόγιο πού ἔκανε ὁ Santo Semitecolo τό 1726 γιά τήν Χώρα: Καταγραφή 44 Α: Casa, e botega con pozzo = οἰκία μέ κατάστημα καί μπότζο).
Στραβόξυλο ἤ Μπρατσόλι: Καμπύλη δοκός, ἄντυξ στήν ναυπηγική τέχνη. Ξύλινον
ἤ σιδηροῦν τεῦχος, ἔχον σχῆμα ἀμβλείας γωνίας καί συνδέον δύο ἄλλα τμήματα τοῦ
σκάφους. (Δ. Δημητράκου: «ΜΕΓΑ ΛΕΞΙΚΟΝ
ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΓΛΩΣΣΗΣ», ΕΚΔΟΣΗ «ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΠΑΙΔΕΙΑ», ΑΘΗΝΑΙ 1964.
Μπρατσόλι (ΙΤ.): ἐκ τοῦ ἑλληνικοῦ Βραχίων.
Φουγάρο (μπουχαρί) : «Ὁ κάθετος κύλινδρος γιά την ἀπαγωγή τοῦ καπνοῦ ἀπό
τήν μηχανή τοῦ πλοίου. Ἡ καμινάδα, στά σπίτια τῆς Λευκάδας, παίρνει καί αὐτή
τήν ὀνομασία της πάλι ἀπό τήν ναυπηγική ὁρολογία.
Ἡ παραπάνω ἀναφορά εἶναι ἄκρως περιληπτική. Ἀναλυτικά τό θέμα παρουσιάζεται στά:
Χ.
Παπαδάτου-Γιαννοπούλου, Λευκάδα
Ἐρευνώντας, Ἀχαϊκές Ἐκδόσεις,
Πάτρα 1999 καί
Χ. Παπαδάτου-Γιαννοπούλου, Τεχνικές
εὐσταθείας
τῆς Παραδοσιακῆς Ἀρχιτεκτονικῆς
καί Λεξικό ἰδιωματικῶν οἰκοδομικῶν ὅρων τῆς
Λευκάδας, Λευκάδα 2014.
[1] Kassaras, I., Kapetanidis,
V., Karakonstantis, A., 2016. On
the spatial distribution of seismicity and the 3D tectonic stress field in
western Greece, Physics and Chemistry of the Earth, http://dx.doi.org/10.1016/j.pce.2016.03.01
[2] Σημείωση ἱερ. Νικολ. Ζαμπελίου, 2 Ὀκτωβρίου 1613: «..... καί πάλιν ἔπεσαν πολλά σπίτια εἰς ὅλην τήν Λευκάδα καί τόποι πολλοί ἔπεσαν καί ἐκρημνίσθησαν καί ἡ καμάρες εἰς τήν Ἁγίαν Μαύραν, καί τά σπίτια τῆς ἁγίας Μαύρας ὅσα ἦτον μέ ξυλοδεσιάν ἔπεσαν τά κεραμίδια καί ἐσυντρίφθησαν, καί ὅσα ἦτον πέτρινα ἔρράγησαν ἀπό πάνω ἔως κάτω……». Σημειωτέον
ὅτι ἡ πρωτεύουσα τοῦ νησιοῦ παρέμεινε ἐκεῖ μέχρι καί τό 1684 πού τό νησί κατελήφθη
ἀπό τούς Ἑνετούς, οἱ ὁποῖοι μετέφεραν τήν πρωτεύουσα στήν σημερινή της θέση, ἡ ὁποία
βέβαια εἶχε τά ἴδια περιβαλλοντικά προβλήματα μέ τήν πρωτεύουσα στό Φρούριο.
[3] R. Treuil,
P. Darcque, J.Cl.
Poursat, G. Touchais:
«ΟΙ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΙ ΤΟΥ ΑΙΓΑΙΟΥ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΝΕΟΛΙΘΙΚΗ ΚΑΙ ΤΗΝ ΕΠΟΧΗ ΤΟΥ ΧΑΛΚΟΥ», σ.
287, ΑΘΗΝΑ 1966.
[4] Ἀν. Ὀρλάνδος: «ΤΑ ΥΛΙΚΑ ΔΟΜΗΣ ΤΩΝ ΑΡΧΑΙΩΝ
ΕΛΛΗΝΩΝ», Σ. 81.
[5] Ἀν. Ὀρλάνδος: «ΤΑ ΥΛΙΚΑ ΔΟΜΗΣ ΤΩΝ ΑΡΧΑΙΩΝ
ΕΛΛΗΝΩΝ», σ. 80.
[6] http://www.nautilia.gr/forum/showthread.php?t=53465. Στό νερό μπαίνουν τά ξύλα γιά νά ἀποβάλουν
τούς γλυκούς χυμούς καί νά παστωθοῦνε ἀπό τό ἁλάτι ὅπως καί οἱ σαρδέλες καί ὅλα
τά παστά. Πρέπει ὅμως ὁ βυθός νά ἔχει βοῦρκο. Τό μεθάνιο πού ἀναδύεται, βοηθάει
σέ μεγάλο βαθμό στήν συντήρηση τοῦ ξύλου.
[7] Θεόφραστος
(370-287 π.Χ.: Περί φυτῶν Ἱστορίας.
[8] Μπρατσόλι,
ἡ ἑλληνική λέξη βραχίων ,στά ἰταλικά.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου